Με το πηγαίο ταλέντο της, αλλά πάνω απ’ όλα με το χαμόγελό της και τον αυθεντικό χαρακτήρα της, η τραγουδίστρια Ρένα Μόρφη είναι το πρόσωπο της νέας εποχής! Από τις παγκόσμιες περιοδείες, τα φεστιβάλ και τη συμπαρουσίαση μιας πολύ επιτυχημένης μουσικής εκπομπής, μέχρι τις μεταγλωττίσεις σε αγαπημένες παιδικές ταινίες και το πέρασμά της ακόμη κι από τον κινηματογράφο, όσο «χορεύει» -όπως λέει και το αγαπημένο μας hit της- στους ρυθμούς της δικής της επιτυχίας, θα «κλέβει» πάντα τις εντυπώσεις και την προσοχή μας.
Eχει χαρακτηριστεί ως η «ερμηνεύτρια με τα χίλια πρόσωπα». Με τη βελούδινη, αισθαντική φωνή της, τις λάτιν προσεγγίσεις της, τον αέρα μιας γνήσιας ντίβας και τις ρυθμικές κινήσεις της επί σκηνής, αποτελεί σήμερα -κι όχι άδικα- μια από τις πιο ξεχωριστές παρουσίες στο ελληνικό μουσικό γίγνεσθαι. Ανακατεύοντας την τράπουλα με παλιές και νέες επιτυχίες, προσθέτει πάθος και συναίσθημα σε κάθε της ερμηνεία, ενώ η δημιουργική ρότα της δε σταματά εδώ, αφού σε κάθε της βήμα μάς αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα προφίλ της πολυτάλαντης φύσης της. Έτσι, την πετυχαίνουμε στον ρόλο της παρουσιάστριας, ακόμη και της ηθοποιού, ενώ ποιος ξέρει τι άλλες εκπλήξεις μάς επιφυλάσσει η όμορφη Βολιώτισσα για το μέλλον!
Ανακαλύπτοντας μια αγάπη
Το τραγούδι υπήρχε από πάντα στη ζωή της. Από πολύ νεαρή ηλικία, η Ρένα Μόρφη είχε μια κλίση προς οτιδήποτε καλλιτεχνικό. Της άρεσε να ερμηνεύει στίχους, να χορεύει, να ζωγραφίζει. Δεν ντρεπόταν να εκτεθεί μπροστά σε κόσμο - ίσα ίσα, κάθε φορά που έβρισκε κοινό, έδινε τις δικές της μίνι παραστάσεις. Ασχολήθηκε για λίγο με την κιθάρα, παρόλο που, όπως δηλώνει η ίδια, δεν ήταν ιδιαίτερα καλή σ’ αυτή, ενώ αργότερα πήρε τα αγαπημένα της πινέλα κι επιστράτευσε το ταλέντο της ως painter. Στα 16 της, αποφάσισε να ξεκινήσει μαθήματα φωνητικής. Και κάπως έτσι, μια αγάπη, που υπήρχε ανέκαθεν μέσα της, της έδειξε ποια είναι στ’ αλήθεια η δική της διαδρομή τόσο στην καριέρα όσο και στη ζωή - γιατί, πάνω απ’ όλα, η μουσική είναι ζωή! «Πάντα άκουγα τη γιαγιά μου να τραγουδάει, ενώ με έπαιρνε μαζί της και στις χορωδίες στις οποίες συμμετείχε. Κι εκείνη ζωγράφιζε υπέροχα, έραβε τα ρούχα της - ήταν μια τρομερά ταλαντούχα γυναίκα. Όλη της η εικόνα με ενέπνεε και πιστεύω ότι έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο ως πρότυπό μου. Ήμουν ένα τσαχπίνικο παιδάκι, που δεν ξέρω καν αν ήμουν καλή σε όλα αυτά που έκανα. Η υποστήριξη και η ενθάρρυνση, όμως, που είχα από την οικογένειά μου με έκαναν να νιώσω αυτοπεποίθηση και να διαλέξω μόνη μου όποιον δρόμο θέλω. Οι δικοί μου πάντα φρόντιζαν να με κρατούν προσγειωμένη, χαρίζοντάς μου σωστές βάσεις. Αυτή η ισορροπία πιστεύω πως είναι πολύ μεγάλο επίτευγμα μέσα σε μια οικογένεια: να σου δίνουν φτερά, χωρίς να σου φουσκώνουν τα μυαλά», καταλήγει.
Η άφιξη στην Αθήνα & οι Imam Baildi
Για τη Ρένα, οι σπουδές υπήρξαν το «εισιτήριό» της για να βρεθεί στην πρωτεύουσα και να κυνηγήσει το όνειρό της στη μουσική: «Στόχος μου ήταν να περάσω οπουδήποτε, για να πάω στην Αθήνα. Τότε διαπίστωσα ότι με ενθουσιάζει τρομερά η Ιστορία. Έβαλα, λοιπόν, τα δυνατά μου και, ενώ την προηγούμενη χρονιά ήμουν μαθήτρια της βάσης, κατάφερα και πέρασα στο Ιστορικό Αρχαιολογικό του ΕΚΠΑ. Για ακόμη μία φορά, αυτό είναι κάτι που χρωστάω στη μητέρα μου, γιατί, ενώ δεν πίστευε κανείς ότι θα τα καταφέρω, ήταν εκείνη που έδειξε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μου», λέει χαρακτηριστικά, δηλώνοντας παράλληλα πως, αν δεν γινόταν τραγουδίστρια, τώρα θα ήταν καθηγήτρια, κι επίσης ευτυχισμένη με αυτήν την επιλογή.
Ωστόσο, η ίδια κατάφερε να εκπληρώσει τους στόχους της, κι έτσι την πρωτογνωρίσαμε ως front singer του συγκροτήματος Imam Baildi, μιας μπάντας-παρέας, με τα μέλη της οποίας συνεργάζεται σε διαφορετικό επίπεδο μέχρι και σήμερα. Τα μουσικά μονοπάτια τους συναντήθηκαν, όταν η Ρένα τραγουδούσε στο πλευρό του Φοίβου Δεληβοριά και σε μια πρόβα για τις παραστάσεις τούς επισκέφθηκε ο Λύσανδρος Φαληρέας, που την άκουσε από κοντά. Εκείνη την περίοδο είχε επικεντρώσει την προσοχή της στο λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι, με επιρροές και ακούσματα από Μαρίκα Νίνου και Βίκυ Μοσχολιού. Τότε ανακάλυπτε τα «διαμάντια» -όπως αποκαλεί τα τραγούδια- του Βαμβακάρη, του Τσιτσάνη, του Ζαμπέτα. «Όταν οι Imam Baildi χρειάστηκαν τραγουδίστρια για κάποιες εμφανίσεις, ήμουν απ’ τα λίγα νέα κορίτσια τότε που ήταν εξοικειωμένα με αυτό το ρεπερτόριο. Ανέβηκα στη σκηνή χωρίς καλά καλά να έχουμε κάνει πρόβα όλοι μαζί. Τελικά, έκανα “οντισιόν” για το συγκρότημα επί το έργον», παραδέχεται. Η μία ευκαιρία έφερε την άλλη, κι έτσι μαζί τους βρέθηκε σύντομα να ταξιδεύει όλο τον κόσμο, συμμετέχοντας σε δεκάδες συναυλίες και μουσικές διοργανώσεις του εξωτερικού. «Πιο έντονα μου έχουν μείνει οι συμμετοχές μας στα διεθνή φεστιβάλ, όπου συνήθως έβλεπες ολόκληρα χωριά στημένα με events, μουσικές σκηνές - ένα τρομερά εορταστικό κλίμα. Δεν ξέρω τι να πρωτοθυμηθώ: το Sziget Festival στην Ουγγαρία, το Lowlands στην Ολλανδία, το International Jazz Festival στον Καναδά, το South by Southwest στο Τέξας; Σε όλα αυτά τα μέρη, είχαμε την ευκαιρία όχι μόνο να παίξουμε ελληνικά τραγούδια, αλλά και να απολαύσουμε τεράστια συγκροτήματα και καλλιτέχνες. Συχνά λέω ότι αυτά τα χρόνια με τους Imam Baildi έζησα καλύτερα κι από το να ήμουν πλούσια, διότι μαζέψαμε πάρα πολλές διαφορετικές εμπειρίες. Νιώσαμε τον παλμό κάθε πόλης, γιατί δεν παίζαμε αποκλειστικά για τον ελληνισμό, αλλά για τους ντόπιους».
Τo δικό της «επόμενο βήμα»
Η σόλο καριέρα της ξεκίνησε με αργά και σταθερά βήματα, αφού, όπως η ίδια αποκαλύπτει, ήθελε πρώτα να αισθάνεται σίγουρη πως έχει κάτι δικό της ν’ αφηγηθεί: «Από την αρχή της πορείας μου, βασική μου προτεραιότητα ήταν να βρω τον εαυτό μου και να μην αντιγράψω απλώς τα πρότυπά μου. Ξέρεις, είναι πολύ εύκολη παγίδα να πατήσεις καλλιτεχνικά πάνω σε κάποιον που θαυμάζεις κι έχει ήδη μεγάλη επιτυχία. Πρόκληση είναι να ανοίξεις το δικό σου μονοπάτι και να δεις πού θα σε βγάλει. Έτσι, λοιπόν, παρότι μπήκα στο τραγούδι το 2009, πέρασαν επτά χρόνια μέχρι να βγάλω έναν προσωπικό δίσκο, κι ως τότε είχα κάνει πολλές περιοδείες και είχα “ψηθεί” για τα καλά. Το 2016, κυκλοφόρησα το πρώτο μου άλμπουμ παράλληλα με τους Imam Baildi, κι όταν σταμάτησε το συγκρότημα να είναι ενεργό, συνέχισα την πορεία μου μόνη πια. Αλλά όχι τελείως, αφού με τα περισσότερα μέλη του συγκροτήματος ακόμη συνεργαζόμαστε». Μέχρι σήμερα, μετρά δύο αποκλειστικά δικές της μουσικές συλλογές. Η πρώτη έχει τίτλο «Σούλη Ανατολή», το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε η γιαγιά της, όταν ασχολήθηκε με το τραγούδι στη δεκαετία του ’50 - επέλεξε το όνομα αυτό, διότι θέλησε να της την αφιερώσει, εκπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο εκ μέρους της κι ένα όνειρό της. Η δεύτερη ονομάζεται «Σάμπα Τσικίτα». «Μου αρέσει να δίνω γυναικεία ονόματα στους δίσκους μου, γιατί τις βλέπω σαν ηρωίδες που διαγραφούν τη δική τους περιπέτεια», εξηγεί.
Στο πλευρό του Νίκου Πορτοκάλογλου
Το «Μουσικό κουτί», που συμπαρουσιάζει με τον Νίκο Πορτοκάλογλου στην ΕΡΤ, είναι μια εκπομπή που έχει αγαπηθεί πολύ από το κοινό. Η έμπνευση για τη δημιουργία της και τον τρόπο παρουσίασής της ανήκει στον γνωστό τραγουδιστή, που τυχαίνει να είναι και συντοπίτης της: ένα σαλόνι όπου μαζεύονται φίλοι-συνάδελφοι και διηγούνται ιστορίες απ’ την πορεία τους και, μέσα στην κουβέντα, ίσως πιάσουν και την κιθάρα να πουν ένα τραγούδι! «Ο Νίκος ήθελε εξαρχής να δώσει μια άλλη διάσταση στην παρουσίαση των καλλιτεχνών και πιστεύω ότι αυτή η εκπομπή το έχει καταφέρει αυτό. Συστήνονται διαφορετικά και τα τραγούδια και οι άνθρωποι. Πολύ συχνά μάς λένε ότι ξεχνούν πως υπάρχει κάμερα κι αυτό για τη φιλοξενία μας είναι επιτυχία. Η δουλειά που γίνεται, δε, στο μουσικό κομμάτι είναι σίγουρα κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στην ελληνική τηλεόραση, και γι’ αυτό ευθύνεται η καταπληκτική μπάντα μας με μαέστρο τον Γιάννη Δίσκο -επίσης μέλος τον Imam Baildi- και φυσικά ο Νίκος». Ως προς το αν θα υπάρξει συνέχεια για την εκπομπή, η Ρένα εύχεται να μη σταματήσει αυτό το ταξίδι τους όσο έχει νόημα για τον κόσμο: «Το κλίμα είναι ακριβώς αυτό που βλέπουν οι τηλεθεατές. Κάθε βδομάδα στήνεται μια καινούρια παράσταση, κι εγώ νιώθω ότι κάνω διατριβή στο ελληνικό τραγούδι και φυσικά μαθητεύω πλάι στον σπουδαίο Νίκο Πορτοκάλογλου».
6+1 ερωτήσεις
1. Ποιες θα χαρακτηρίζατε ως τις μουσικές σας επιρροές; Ο πρώτος δημιουργός που με «συντάραξε» ήταν ο Χατζιδάκις. Άκουγα με τις ώρες συγκεκριμένα έργα του και ερωτευόμουν την ατμόσφαιρα και το βάθος των τραγουδιών. Τον ανακάλυψα στην εφηβεία, σε μια εποχή που το κοινωνικό περιβάλλον μου άκουγε πιο πολύ ποπ ή και καθόλου μουσική. Σχεδόν με κορόιδευαν για τις επιλογές μου, αλλά εγώ στ’ αλήθεια το «γλεντούσα» με τον «Μεγάλο Ερωτικό» ή την «Πορνογραφία». Καλλιτεχνικά δεν ακολούθησα αυτόν τον δρόμο, αλλά όλο αυτό επηρέασε πρωτίστως την ψυχή μου.
2. Κατά την άποψή σας, ποιος θα πρέπει να είναι ο κύριος ρόλος ενός ερμηνευτή απέναντι στο κοινό του; Η σχέση ερμηνευτή-κοινού είναι ιερή. Για μένα, απαιτεί απόλυτη ειλικρίνεια από τη μεριά του «πομπού», κι ανοιχτές κεραίες απ’ τον «δέκτη». Όταν ανεβαίνεις στη σκηνή, όταν γίνεσαι το επίκεντρο της προσοχής, είναι πολύ εύκολο να πέσεις σε μια ναρκισσιστική παγίδα. Σκοπός είναι να μεταμορφωθείς στο προσωπικό βίωμα του καθενός. Η ιστορία του, ο πόνος του, ο έρωτάς του, να βρουν έκφραση στις λέξεις που βγαίνουν απ’ το στόμα σου. Γι’ αυτό και, κάθε φορά που τραγουδάω κι έρχομαι σε επαφή με το κοινό, το τελευταίο πράγμα που σκέφτομαι είναι αν θα κρίνει το φωνητικό μου ταλέντο ή το χτένισμά μου. Φυσικά κι είμαι η «οικοδέσποινα» της γιορτής που στήνεται και βάζω τα καλά μου, αλλά ο κύριος λόγος για τον οποίο έρχονται οι άνθρωποι σε μια συναυλία είναι για να ενωθούμε, όχι για να με βαθμολογήσουν! Έτσι, δεν έχω ποτέ τρακ πριν βγω στη σκηνή. Δε με νοιάζει να κάνω λάθος, αλλά να ξεδιπλώσω τον αληθινό μου εαυτό και ν’ ανταλλάξω την ενέργεια που δημιουργείται μέσω της μουσικής.
3. Έχετε πρωταγωνιστήσει και στην ταινία «Φαντασία» του Αλέξη Καρδαρά. Υπήρξε η υποκριτική στα πλάνα σας; Ποτέ δεν το είχα φανταστεί! Έτσι απλά, μια μέρα χτύπησε το τηλέφωνό μου. Δεν ξέρω πώς προέκυψε αυτό. Ειλικρινά, είμαι πάρα πολύ κακή στις δημόσιες σχέσεις, δε βγαίνω έξω για γνωριμίες, δεν έχω «από κοντά» κανέναν. Στην αρχή ήμουν διστακτική, γιατί δεν ήξερα αν θα μπορούσα να αντεπεξέλθω σε κάτι τέτοιο. Οι συντελεστές ήταν ο λόγος που είπα το «ναι»: Στέλιος Μάινας, Γιάννης Στάνκογλου -δύο απ’ τους καλύτερους ηθοποιούς που έχουμε στη χώρα μας-, ο σκηνοθέτης, αλλά και όλη η παραγωγή. Νιώθω ότι έμαθα πολλά. Κι ελπίζω να έδωσα κάτι πίσω...
4. Σε ποιες αγαπημένες παιδικές ταινίες και σειρές έχετε συμμετάσχει; Είναι αρκετές και σίγουρα θα ξεχάσω κάποια! Η πρώτη μου επαφή, ωστόσο, με τις μεταγλωττίσεις ήταν τα «Μαλλιά Κουβάρια», όπου είπα τα τραγούδια της Ραπουνζέλ, ενώ την πρόζα έκανε εκπληκτικά η Ιωάννα Παππά. Έκτοτε ακολούθησαν αρκετά projects. Θυμάμαι, όμως, χαρακτηριστικά πως τη στιγμή που έβλεπα το κινούμενο σχέδιο στην οθόνη του στούντιο και συγχρόνιζα τη φωνή μου, με έπιανε βαθιά συγκίνηση, γιατί καταλάβαινα ότι έκανα το παιδικό μου όνειρο πραγματικότητα: ήμουν εγώ η πριγκίπισσα με την οποία θα ταξίδευε ένα άλλο μικρό παιδάκι.
5. Μουσικά, ποια θα είναι τα επόμενα βήματά σας; Ετοιμάζω ένα καινούριο τραγούδι, προπομπό του τρίτου δίσκου μου, και -για να πω την αλήθεια- βρίσκομαι κι εγώ στην τρομερά δύσκολη θέση που είμαστε όλοι οι καλλιτέχνες, λόγω της πανδημίας. Εύχομαι να μπορέσουμε φέτος να παίξουμε κανονικά και πανηγυρικά live, όπως παλιά!
6. Πέρα από την καριέρα, ποια είναι τα πράγματα που σας «γεμίζουν» στην καθημερινότητά σας; Θα φροντίσω να περάσω δημιουργικό χρόνο με τους ανθρώπους μου και, όποτε προλαβαίνω, προσπαθώ να ασχολούμαι με τη φυσική μου κατάσταση. Γενικά, δε μιλάω πολύ για το τι συμβαίνει στη ζωή μου εκτός δουλειάς, γιατί πιστεύω ότι δεν ενδιαφέρει κανέναν στ’ αλήθεια. Ούτε νιώθω ότι αποτελώ κάποιου είδους πρότυπο λόγω της δημοσιότητας. Γι’ αυτό προτιμώ να κρατάω χαμηλό προφίλ σε ό,τι αφορά τα προσωπικά μου και στα social media. Χαίρομαι πάρα πολύ που έχω έρθει κοντά με τον κόσμο μέσω της δουλειάς μου και μόνο.
7. Θέτοντας μικρούς προσωπικούς στόχους για το μέλλον, τι έχει για εσάς προτεραιότητα; Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια μάς έμαθαν ότι δεν υπάρχει τίποτε μονιμότερο από το προσωρινό και τίποτε σημαντικότερο από την υγεία. Γι’ αυτό καθημερινός στόχος μου είναι να θυμάμαι ότι η ζωή είναι τώρα και όχι αύριο!
Credits
Φωτογραφία: Γιώργος Καπλανίδης (THISISNOTANOTHERAGENCY*)Styling: Ναταλία Μπαλτά
Hair & Make up: Σόφη Σαρηγιαννίδου (THISISNOTANOTHERAGENCY*)
Κεντρική φωτογραφία: Γιλέκο και παντελόνι Sportmax, Max Mara boutique | Γόβες Max Mara, Max Mara boutique | Βραχιόλι και σκουλαρίκια Charlotte Chesnais, i-D Concept Stores
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 2022