«Ο κόσμος της υψηλής ραπτικής δεν ανταποκρίνεται πια στις σημερινές προσδοκίες του γυναικείου φύλου», είχε πει ο ίδιος το 2004, όταν αποφάσισε να αποσυρθεί από την ενεργό σχεδιαστική σκηνή. Σε ηλικία 86 ετών, ο σπουδαίος δημιουργός Emanuel Ungaro «έφυγε» από τη ζωή, έπειτα από μια διετή επίπονη μάχη που αντιμετώπιζε με την υγεία του. Ανατρεπτικός και αμετανόητος, δεν επέτρεψε στον εαυτό του τις «μειώσεις» σε κανέναν τομέα της πολυδιάστατης καριέρας του.
Το παιδί οικογένειας Ιταλών μεταναστών, γεννήθηκε το 1933 στην Aix-en-Provence της Νότιας Γαλλίας, δεύτερος κατά σειρά ανάμεσα στα υπόλοιπα έξι αδέρφια του. Από νεαρή κιόλας ηλικία, ο ίδιος γνώριζε με τι ήθελε να ασχοληθεί, ενώ το ταλέντο της δημιουργίας, καθώς και τη μαεστρία της άρτιας τεχνικής φαίνεται ότι τα διδάχτηκε από τον ράφτη πατέρα του. Ο Ungaro κατέκτησε με μεγάλη επιτυχία την υψηλή ραπτική, δίνοντας μεγάλη προσοχή στις λεπτομέρειες, αλλά και στις σχεδιαστικές ανάγκες ενός ρούχου.
Η έμπνευση δεν άργησε να εισβάλλει στη ζωή του, αφού σε ηλικία μόλις 22 χρονών, εκείνος μετακομίζει στο Παρίσι, όπου και μαθητεύει δίπλα στον iconic Cristobal Balenciaga. Όπως ήταν λογικό, το αστείρευτο ταλέντο του «έλαμψε» γρήγορα, αφού μετά από εννιά χρόνια παρουσίας στη γαλλική μόδα o Ungaro ανοίγει το δικό του Fashion House στο 17ο διαμέρισμα του Παρισιού και συγκεκριμένα στην οδό, Avenue Mac-Mahon. Αρχικά, σχεδιάζει ρούχα αποκλειστικά για γυναίκες, αναδεικνύοντας με μοναδικό τρόπο τη σιλουέτα και τη θηλυκότητα τους. Βλέπει στο μέλλον και παραμένει κλασικός με μία εύστροφη νότα εκσυγχρονισμού, που δείχνει να κερδίζει κοινό και κριτικούς. Ήταν εκείνος που ήθελε οι γυναίκες να «μην φορούν απλά ένα φόρεμα, αλλά να ζουν μέσα σε αυτό». Πράγματι, αυτή η φράση μας δίνει το έναυσμα για να αναλογιστούμε πόσο σημαντικός παράγοντας είναι ο τελικός προορισμός ενός ρούχου, αλλά και η σκέψη πριν από τη δημιουργία του. Συμπέρασμα: Η μόδα δεν πρόκειται για ένα ατομικό, αλλά ομαδικό sport.
To 1973, έχοντας σημειώσει ήδη τα δικά του χιλιόμετρα στον κόσμο της γυναικείας ραπτικής, αποφασίζει να κυκλοφορήσει την πρώτη του ανδρική συλλογή, με τίτλο Ungaro Uomo. Παράλληλα, δεν δίστασε να δοκιμαστεί και στα ready to wear κομμάτια, καθώς ασχολήθηκε με την αγορά έτοιμων ενδυμάτων -αρχικά με γυναικεία και στη συνέχεια με ανδρικά ρούχα.
Οι πιστές του fans είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: ήταν όλες τους εκλεκτές και κομψές. Ονόματα όπως η Τζίνα Ρόουλαντς, η Κατρίν Ντενέβ, η Ιζαμπέλ Ατζανί και η Ανούκ Εμέ έχουν επιλέξει δημιουργίες του, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που συνάδελφοί του, αλλά και σημαντικοί κριτικοί μόδας έχουν περιγράψει το έργο του ως κάτι μοναδικό και διαφορετικό. Άλλωστε, η τόλμη χαρακτήριζε την έμπνευση του και κατά συνέπεια κάθε κολεξιόν του. Η ατελείωτη προσφορά του στη βιομηχανία επισφραγίστηκε στη δεκαετία του '80, όταν ο Ungaro εισχώρησε στο χώρο της αρωματοποιίας -με το πρώτο του άρωμα να φέρει το iconic όνομα Diva, αλλά και των αξεσουάρ, ανάμεσα τους παπούτσια και γυαλιά ηλίου.
Έπειτα, λοιπόν από σχεδόν 40 χρόνια επιτυχημένης παρουσίας στο χώρο, έναν λαμπερό γάμο και μια κόρη, το 2001 ο σχεδιαστής σταδιακά αποφασίζει να μεταφέρει το βάρος των ευθυνών, καθώς και τις υπόλοιπες αποφάσεις που αφορούσαν τον οίκο του, στο βασικό συνεργάτη του και επίσης επιτυχημένο designer, Giambattista Valli. Ο ίδιος συνέχισε να ασχολείται με επιλεγμένες συλλογές του μέχρι και το 2004, όταν και αποσύρθηκε οριστικά πλέον από τα καθήκοντα του.
Ο Emanuel Ungaro ήταν αντισυμβατικός και συνάμα κλασικός. Αγαπούσε τη γυναίκα, αλλά δεν της χαριζόταν. Ήθελε το καλύτερο γι αυτήν και οι εκπτώσεις της νεότερης εποχής δεν «κούμπωναν» στη σχεδιαστική πραγματικότητα του. Ο δημιουργός που αγάπησε τη μόδα των animal prints, τα ντραπέ και θηλυκά φορέματα, δεν άφησε μόνο το στίγμα του στα βιβλία της μόδας, αλλά και στις πασαρέλες της...