Design lover και δεύτερη γενιά της Moda Bagno & Interni, o Αλέξανδρος Βαρβέρης έχει καταφέρει να αναδείξει την εταιρία σε κορυφαία στην Ελλάδα, συνεχίζοντας επάξια το έργο του πατέρα του, μαζί με τον αδελφό του Φίλιππο. Φέτος, που ολοκληρώνονται 50 χρόνια αυτής της λαμπερής πορείας, αφήνει το δικό του αποτύπωμα σε μια διαρκώς εξελισσόμενη δυναμική.
Tόσο εντυπωσιακή η διαδρομή της Moda Bagno! Ποιοι ήταν οι βασικοί σταθμοί αυτής της τόσο επιτυχημένης εξέλιξής της;
Η Moda Bagno ξεκίνησε το 1974, μια χρονιά ελπίδας και αναγέννησης της χώρας, που η Δημοκρατία είχε επιστρέψει και σηματοδοτούσε μια νέα αρχή. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, η Ελλάδα έγινε ένα εργοτάξιο και όλοι οι άνθρωποι είχαν στο μυαλό τους να βάλουν ένα δικό τους κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Αυτό βοήθησε πάρα πολύ το αντικείμενό μας, όπως και όλες τις απασχολήσεις που είχαν σχέση με την οικοδομή γενικότερα. Εμείς πρωταγωνιστούσαμε και ελπίζω ακόμα να βρισκόμαστε στην κορυφή, γιατί -νομίζω- έχουμε κάποια πλεονεκτήματα, όπως το εξαιρετικό γούστο, την αισθητική η οποία μας δίνει ένα προβάδισμα και την πολύ καλή εξυπηρέτηση του πελάτη, που είναι και το πιο δύσκολο και πάντα το ζητούμενο. Τελικά, το όνομα της Moda Bagno και του Interni έχουν συνδεθεί με αυτό, δηλαδή με κάτι καλό, κάτι ακριβό και διαχρονικό. Σε μία αγγελία, για παράδειγμα, αναγράφεται «πωλείται σπίτι με κουζίνα από τη Moda Bagno» - κάτι που ουσιαστικά αυξάνει θεωρητικά την αξία του. Θεωρώ πως αυτό, και ειδικά το καλό όνομα στην αγορά, είναι που ουσιαστικά μας επέτρεψε να επιβιώσουμε τα χρόνια της μεγάλης κρίσης.
Τι ανήκει στα highlights της δικής σου προσωπικής διαδρομής ως δεύτερης γενιάς της επιχείρησης;
Έχοντας ήδη συμπληρώσει 25 χρόνια στον Όμιλο, κατά συνέπεια και η δική μου διαδρομή είναι σχετικά γεμάτη. Είχα την τύχη να συμμετάσχω στη μεγάλη ανάπτυξη της εταιρίας στα μέσα της δεκαετίας του 1990 έως το 2005, όταν ανοίξαμε 10 νέα καταστήματα λιανικής, αυξήσαμε πάρα πολύ την γκάμα των προϊόντων μας, διευρύναμε τη δραστηριότητά μας στον κατασκευαστικό κλάδο, στην εστίαση, στο εξωτερικό. Και μετά ήρθε η κρίση και γκρέμισε μια ολόκληρη οικονομία, αλλά και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα. Θεωρώ μεγαλύτερο επίτευγμά μου ότι κράτησα περήφανα όρθια την εταιρία και σήμερα τη διευθύνω κρατώντας από τα παλιά το καλό κομμάτι. Παράλληλα, έχω μία ξεκάθαρη εικόνα για το πώς θέλω να εξελιχθεί η Moda Bagno και το Interni τα επόμενα χρόνια.
Ποια θεωρείς ότι ήταν η συμβολή σας στον χώρο;
Τι νέα δεδομένα φέρατε στην Ελλάδα και πόσο δύσκολο ήταν να κρατηθείτε όλα αυτά τα χρόνια στην κορυφή; Ακούγοντας τις διηγήσεις του πατέρα μου, στο πρώτο κατάστημα της Moda Bagno, στην οδό Ηρακλείτου στο Κολωνάκι, το 1976, έφερνε από την Ιταλία πλακάκια μπάνιου χρωματιστά -μπλε, κόκκινα, πράσινα-, τα οποία δεν είχε ξαναφέρει κανείς στην Ελλάδα και μόνος του ολοκλήρωσε μια συλλογή με αξεσουάρ και είδη υγιεινής και ό,τι άλλο περιλαμβάνει ένα μπάνιο. Ο κόσμος τον περίμενε απέξω ν’ ανοίξει, έκαναν ουρά και σχεδόν καβγάδιζαν για το ποιος θα πάρει πρώτος κάτι. Έτσι ήταν η εποχή, το καινούριο τότε είχε τεράστια απήχηση, ο κόσμος διψούσε για νέα πράγματα και νομίζω ότι ο Νίκος Βαρβέρης είχε -κι έχει- μία πολύ σπουδαία αισθητική και ένα κριτήριο του τι θα αρέσει στο κοινό. Στις κουζίνες και στο έπιπλο πάντα οι επιλογές μας ήταν λίγο πιο μπροστά από την εποχή τους. Νομίζω γι’ αυτό ξεχωρίσαμε. Έχουμε καθιερωθεί, παγιωθεί κατά έναν τρόπο, γιατί ο αδερφός μου κι εγώ, με αρχηγό τον πατέρα μας, έχουμε δημιουργήσει ένα ξεχωριστό στιλ, το στιλ Interni.
Ποιες είναι οι πιο αγαπημένες σου εταιρίες;
Για τους δικούς σου χώρους τι έχεις επιλέξει; Μου αρέσει η Baxter, γιατί αγαπώ τους ιδιοκτήτες. Πιστεύω ότι έχουν έναν πολύ φρέσκο τρόπο να σχεδιάζουν, διαθέτουν κάτι ιταλικό που είναι και sexy ταυτόχρονα και χαρούμενο, μια πολυτέλεια που συνδυάζει και comfort μαζί. Μου αρέσει η Minotti, γιατί βλέπει χρόνια μπροστά, γιατί ποιοτικά είναι τέλεια και γιατί είναι design-oriented. Η καλύτερη κουζίνα στον κόσμο είναι με διαφορά η Βulthaup. Πραγματικά, δε χορταίνω να την απολαμβάνω! Και από πλακάκια, η Mutina, που οι ιδιοκτήτες είναι φίλοι και συνομήλικοί μου. Ξεκίνησαν από κάτι μικρό κι έφτασαν σε κάτι πελώριο, τοποθετώντας το art & design πάντα μπροστά. Και πραγματικά, τα τελευταία 15 χρόνια έχουν χτίσει για εμένα έναν μύθο στα κεραμικά.
Μίλησέ μου για τις επιπλέον δραστηριότητες της Moda Bagno, μιας και η ενασχόλησή σας επεκτάθηκε σε εστιατόρια, ξενοδοχεία κ.ά.
Νομίζω αυτό ξεκίνησε γιατί είχαμε πάντα ένα ανοιχτό σπίτι με πολύ κόσμο που ερχόταν, έμενε μαζί μας, και στα εξοχικά μας. Του πατέρα μου τού άρεσε πάντα να κάνει μεγάλα τραπέζια και να μαγειρεύει για πολύ κόσμο. Αυτό ήταν το έναυσμα για τη φιλοξενία: το πάθος κι η αγάπη που έχουμε όλοι, ο Φίλιππος, ο πατέρας μου κι εγώ, γι’ αυτήν. Ήρθε πολύ φυσικά στη ζωή μας, σαν να ήταν κάπως αναμενόμενο.
Έπειτα από τόσα χρόνια ποιο θεωρείς ότι είναι το μυστικό της επιτυχίας;
Το μυστικό της επιτυχίας, αν το ήξερα 100%, δε θα το μοιραζόμουν πάντως. Αλλά σίγουρα η επιμονή μας, ότι δε φοβόμαστε τις προκλήσεις και ότι έχουμε μια ποιότητα σε αυτό που κάνουμε και με ό,τι καταπιανόμαστε.
Μιας και ο προσανατολισμός σας είναι σε όσα απολαμβάνει κανείς, ποια θεωρείς πως είναι τα συστατικά του σύγχρονου lifestyle που συνθέτουν τελικά μια ωραία ζωή;
Στο να απολαμβάνεις αυτό που θέλεις δεν υπάρχει συνταγή. Σε άλλον αρέσει το comfort, σε άλλον η εργονομία και το πρακτικό, και άλλος είναι λάτρης του design, της αισθητικής, της καλαισθησίας. Για εμένα το πιο σημαντικό είναι να διαχειρίζεται κανείς τον χρόνο του - αυτή είναι η μεγαλύτερη πολυτέλεια.
Τι εύχεσαι για το μέλλον της Moda Bagno, τι ακόμη να περιμένουμε από εσάς;
Εύχομαι να είναι ισχυρή και δυνατή, έτοιμη να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις που έρχονται. Είμαι αισιόδοξος, γιατί έχει γερές βάσεις, όπως και οι εργαζόμενοί της, όλοι εμείς που την αγαπάμε και την υποστηρίζουμε.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΛΑΝΙΔΗΣ (THISISNOTANOTHERAGENCY)
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟ ΤΕΥΧΟΣ ΜΑΙΟΥ 2024