Το νεοσύστατο Μουσείο Γέσιου στην Έδεσσα, αφιερωμένο στον Μακεδονικό Αγώνα, αποτελεί τόσο μια οικογενειακή υπόθεση, χάρη στα έντονα συναισθήματα αγάπης των ιδιοκτητών του για τον τόπο και τους ανθρώπους του, όσο και μια συγκινητική προσφορά με σεβασμό και αξίες δυσεύρετες στις μέρες μας.
Μπορεί οι σύγχρονοι ρυθμοί να καλπάζουν σε ξέφρενες τροχιές, υπάρχουν όμως κάποια πράγματα στα οποία αξίζει να σταθείς, να αφουγκραστείς τα αφηγήματά τους και να γυρίσεις για χάρη τους πίσω στην Ιστορία, αφιερώνοντας χρόνο στις αδιαπραγμάτευτες αξίες που πρεσβεύουν. Μια τέτοια πολύτιμη ιστορία έχει να αφηγηθεί ο νομικός και αρχιτέκτονας, καθηγητής Dr Χρίστος Γέσιος, ο οποίος, μαζί με την οικογένειά του, διανύοντας μια αξιοσημείωτη διαδρομή μέχρι σήμερα μεταξύ Θεσσαλονίκης και Νέας Υόρκης, όπου ζει, έφτασε πριν από λίγες μέρες να πραγματοποιήσει το όνειρο ζωής του και να δωρίσει -χωρίς το παραμικρό αντάλλαγμα- ένα εντυπωσιακό σύγχρονο μουσείο αφιερωμένο στον Μακεδονικό Αγώνα στη γενέτειρά του, την Έδεσσα.
Το Μουσείο στεγάζεται σ’ ένα κτίριο του 1936, το οποίο κατασκευάστηκε για την ισχυρή οικογενειακή επιχείρηση και είχε πάντα εμπορική χρήση. Το 2001, κηρύχθηκε διατηρητέο ως δείγμα Art Deco. Έπειτα από μια σειρά από εμπόδια που ξεπεράστηκαν, ξαναβρήκε την αρχική του μεγαλοπρέπεια, ενώ η απόφαση να στηθεί ένα Μουσείο για τον Μακεδονικό Αγώνα εκεί πάρθηκε αυθόρμητα την εποχή που η ονομασία του κράτους των Σκοπίων ήταν ένα επίμαχο θέμα συζήτησης. Αρχικός στόχος, όπως αναφέρει ο κ. Γέσιος, ήταν να ειπωθούν ιστορίες των Εδεσσαίων και να αποτυπωθεί η προσφορά τους στη μάχη, η οποία ήταν λίγο ή καθόλου γνωστή. «Οι ιστορίες των σημερινών παππούδων, οι οποίοι πρόθυμα μας έδωσαν πληροφορίες και ακόμη και οικογενειακά τους κειμήλια, διαβάζονται πλέον με συγκίνηση. Ήταν επιτυχία αυτό, και βέβαια οι προφορές συνεχίζονται ακόμη, αφού τώρα άνοιξε το Μουσείο. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι θα λειτουργήσει σαν σχολείο για όλους τους μαθητές που θα το επισκεφτούν και θα μάθουν πώς τα κατάφεραν η Έδεσσα και η Μακεδονία να είναι σήμερα ελληνικές. Κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης του κτιρίου, προσπαθήσαμε να επιλεγούν τοπικοί τεχνίτες, ώστε οι ντόπιοι να εμπλακούν στο έργο και να το θεωρήσουν δικό τους. Αυτοί είναι και οι πιο θερμοί υποστηρικτές του σήμερα», αναφέρει.
Η κόρη του, Χριστίνα Γέσιου, αρχιτέκτονας και η ίδια, επιμελήθηκε τον σχεδιασμό των εσωτερικών χώρων, τη συλλογή και τον σχεδιασμό της έκθεσης σε συνεργασία με τον creative director, Δημήτρη Κολιαδήμα, της Semiotik Design. Μαζί τους, μια δημιουργική ομάδα με επικεφαλής τους μουσειολόγους Θωμά Τσουκαλά και Αλέξανδρο Αποστόλου επιμελήθηκε το concept design, το περιεχόμενο των κειμένων και το υλικό της συλλογής.
Ένα μοντέρνο μουσείο μαζί με τα εκθέματά του στήθηκε από το μηδέν. Ποια ήταν η κεντρική ιδέα του σχεδιασμού του και πώς αναπτύσσεται μέσα στον χώρο;
H μόνιμη έκθεση έχει τον τίτλο «Αόρατοι Αγωνιστές: Οι Ιστορίες των Κρυφών Ηρώων της Μακεδονίας», και φωτίζει γνωστές και άγνωστες πτυχές του Μακεδονικού Αγώνα. Μέσα από τρεις θεματικές ενότητες, αναβιώνει την ιστορία της απελευθέρωσης της Μακεδονίας. Στο ισόγειο, συναντάς την εισαγωγή και μια σύνοψη με τη μορφή ερωτήσεων, σαν τροφή για σκέψη. Για παράδειγμα: «Γιατί Αγώνας και όχι Πόλεμος;» Αυτό συνοδεύεται από ένα λεξικό στο στιλ βιβλίου, που περιλαμβάνει όλους τους κύριους όρους, όπου όλα είναι μεταφρασμένα και στα αγγλικά. Στην πρώτη ενότητα, παρουσιάζεται ένα αναλυτικό χρονολόγιο των ιστορικών γεγονότων και των μαχών που δόθηκαν και τελικά οδήγησαν στον Μακεδονικό Αγώνα. Τα γεγονότα εκτείνονται από το 1821 και την Ελληνική Επανάσταση στη Μακεδονία και φτάνουν μέχρι και την έλευση των προσφύγων μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ο πρώτος όροφος περιλαμβάνει τους δύο υπόλοιπους χώρους. Η δεύτερη ενότητα εστιάζει στην περίοδο του Ένοπλου Αγώνα, 1904-1908, όπου ο επισκέπτης γνωρίζει τους «αόρατους» αγωνιστές του Βάλτου και τις αντίξοες συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήχθη ο Μακεδονικός Αγώνας. Περιλαμβάνονται όπλα και εργαλεία που χρησιμοποιούσαν οι μαχητές και τα ρούχα τους, με έμφαση σε κάποιους γνωστούς Μακεδονομάχους, καθώς και πορτρέτα πολλών άλλων, λιγότερο γνωστών. Η τρίτη ενότητα αφηγείται τις ιστορίες των Εδεσσαίων, αποκαλύπτοντας την ανεκτίμητη συνεισφορά της πόλης στον Αγώνα, μέσα από προσωπικές μαρτυρίες, αφού συγγενείς τους ζουν ακόμη στην περιοχή σήμερα.
Ο διαδραστικός χαρακτήρας της έκθεσης είναι μία ακόμη ευχάριστη έκπληξη, με συμβολισμούς και ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις. Πώς καταλήξατε σ’ αυτές;
Ένας από τους κύριους στόχους της έκθεσης ήταν το ιστορικό θέμα να παρουσιαστεί με μια φρέσκια ματιά, με σύγχρονη αντίληψη, ώστε να γίνει ελκυστικό. Αυτό επιτυγχάνεται με μια σειρά από νέας τεχνολογίας εκθεσιακές προσεγγίσεις που συνδέονται με το περιεχόμενο με ουσιαστικό τρόπο. Με τη χρήση κινούμενων σχεδίων ή κινούμενων εικόνων στις ιστορικές φωτογραφίες, ενισχυμένων με AI, προσπαθήσαμε να κάνουμε το περιβάλλον καθηλωτικό και διαδραστικό. Ένας κινούμενος χάρτης που προβάλλεται στο έδαφος καθοδηγεί τους επισκέπτες σε διάφορα σημεία της πόλης, συνδέοντας το παρελθόν με το παρόν. Μία από τις προκλήσεις ήταν να αξιοποιηθεί στο μέγιστο ο χώρος αυτού του ιστορικού κτιρίου, που προφανώς δεν είχε σχεδιαστεί για να είναι μουσείο, καθώς και να εξισορροπηθεί η γενική ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα με την ιστορία της Έδεσσας. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο βέβαια είναι η καρυδιά ύψους 6 μέτρων που στήθηκε στο κέντρο του υπάρχοντος αίθριου, στην καρδιά του Μουσείου. Το δέντρο είναι σύμβολο των θυσιών των μαχητών, και συγκεκριμένα του Παύλου Μελά και του Αντώνη Μίγκα, οι οποίοι απαγχονίστηκαν σε παρόμοιο δέντρο.
Ποια θεωρείτε τα πιο δυνατά σημεία του Μουσείου και τι αγαπάτε εσείς περισσότερο σε αυτό;
Ελπίζουμε ότι όλα τα μέρη έχουν τη δική τους γοητεία. Η είσοδος στο ισόγειο που συνδυάζει το κατάστημα του μουσείου, το δέντρο και την πρώτη ενότητα της έκθεσης είχε δυσκολίες στη σύνθεση κι ελπίζουμε ο επισκέπτης να μπορεί να παρατηρήσει όλα τα στοιχεία με ξεκάθαρο τρόπο. Κάτι που επιδιώξαμε ήταν η έκθεση να είναι ορατή απέξω και να προσελκύει τους επισκέπτες - κάτι που πιστεύουμε πέτυχαμε λόγω των μεγάλων ανοιγμάτων. Η μεγάλη καρυδιά που καταλαμβάνει το αίθριο και φτάνει μέχρι τον πρώτο όροφο κλέβει την παράσταση, αλλά και οι ερωτήσεις που τοποθετήθηκαν στα εξωτερικά παράθυρα, που κεντρίζουν το ενδιαφέρον των περαστικών.
Ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα, μια δωρεά που έχει στόχο να πλουτίσει την πολιτιστική κληρονομιά του τόπου... Τι άλλο ακολουθεί;
Το απόλυτο όνειρο είναι το Μουσείο να συνεχίσει να αναπτύσσεται, να μεγαλώνει τη συλλογή του, να παρουσιάζει προσωρινές εκθέσεις, να φιλοξενεί εκδηλώσεις, να μοιράζεται τους πόρους του με την κοινότητα και να έχει πολλούς επισκέπτες. Ενώ το κύριο μέρος του έχει ανοίξει, υπάρχουν και άλλες πρωτοβουλίες σε εξέλιξη. Στη μοναδική βεράντα του τρίτου ορόφου, με υπέροχη θέα στην πόλη και από τις δύο πλευρές, θα λειτουργεί καφέ-μπαρ παράλληλα αλλά και μετά το κλείσιμο του Μουσείου τα βράδια. Το κατάστημα θα διαθέτει bespoke αντικείμενα, βιβλία και τοπικά προϊόντα από την περιοχή. Ο δεύτερος όροφος διαθέτει ήδη αίθουσα προβολών, η οποία μπορεί να φιλοξενήσει εκδηλώσεις ή προσωρινές εκθέσεις. Υπάρχει, επίσης, σημαντικός χώρος στο υπόγειο, που σχεδιάζεται να ενσωματώσει το αυθεντικό καταφύγιο, το οποίο έχει τη δική του ιστορία και θα αποτελέσει μέρος της μουσειακής εμπειρίας. Επιπλέον, η βιβλιοθήκη στον δεύτερο όροφο περιέχει ήδη πολλά βιβλία διαθέσιμα για έρευνα και θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με πρόσθετους ψηφιακούς πόρους.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ GLOW ΣΤΟΤΕΥΧΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2024
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΠΡΟΥΣΑΛΗ